"Η Αντιγόνη και οι ανθρώπινοι νόμοι" (σσ. 36-37)
Η Αντιγόνη παίρνει μόνη της την απόφαση ν' αψηφήσει τον νόμο, ή ό,τι τουλάχιστον θεωρούνταν πως ήταν νόμος. Η απόφαση είναι σοβαρότατη και αναμφίβολα θα προκάλεσε σε πολλούς ακροατές μεγάλη προκατάληψη εναντίον της. Οι Έλληνες, που οι πολιτικές ελευθερίες τους ήταν στενά δεμένες με την ύπαρξη των νόμων, εύλογα υπερηφανεύονται οι ίδιοι γι' αυτούς. Ό,τι ξεχώριζε την Ελλάδα από τις βαρβαρικές χώρες, ήταν η απόκτηση νόμων. [...] Η Αντιγόνη, αψηφώντας τις καθιερωμένες αντιλήψεις, βάζει τον εαυτό της πάνω από τον νόμο του Κρέοντα και ισχυρίζεται πως ξέρει καλύτερα τι είναι δίκαιο. Αυτό είναι επικίνδυνο για τον καθένα και ιδιαίτερα επικίνδυνο για μια γυναίκα. Στην αρχή του δράματος η Αντιγόνη εκφράζει την περιφρόνησή της και δεν μπαίνει καθόλου στον κόπο να την εξηγήσει. Ώσπου να συγκρουστεί με τον Κρέοντα, δεν προβάλλει καμιά δικαιολογία της. Στο μεταξύ, το ακροατήριο, που αγαπά τους νόμους, μπορεί να την έχει υποψιαστεί και καταδικάσει, αν όχι για αλαζονική, τουλάχιστον για ανόητη. Η απόφασή της ν' αψηφήσει τους νόμους απαιτεί ουσιώδη δικαιολόγηση. Ο Σοφοκλής το ήξερε αυτό. Ήξερε τι σοβαρό βήμα κάνει η Αντιγόνη και ποια γνώμη θα σχηματίσουν οι άλλοι γι' αυτό. Μόνον όταν αποκαλύπτεται το μέγεθος της αντίθεσης, τότε βλέπουμε πόσο δίκιο έχει η Αντιγόνη.
"Η Ισμήνη" (σσ. 32-36).
Η Ισμήνη αποτελεί τον αντιπροσωπευτικό τύπο της γυναίκας, την αδελφή της Αντιγόνης, που μπορεί να της μιλήσει με ειλικρίνεια, αφού εκείνη έχει την ίδια υποχρέωση στον άταφο αδελφό τους. Η Ισμήνη ικετεύει για ήσυχη ζωή, ύστερα από την τρομερή δυστυχία της οικογένειάς τους, και δεν θέλει να ριψοκινδυνεύσει καθόλου. Έχει ως επιχείρημα πως η γυναίκα δεν μπορεί να τα βάλει με τους άντρες, και πρέπει να υποχωρεί στους πιο δυνατούς. Φαίνεται πως μιλάει με το κύρος της καθιερωμένης ηθικής και υπενθυμίζει ό,τι συνέβη σε γυναίκες που φιλοδόξησαν κάτι παραπάνω από τη φύση τους. [...] Μέσω της Ισμήνης η Αντιγόνη είναι ύπαρξη αλαζονική και παράτολμη, ώσπου βλέπουμε πως η Ισμήνη η ίδια δεν υποστηρίζει μια αληθινά μετριοπαθή στάση και πως η Αντιγόνη δεν είναι ένοχη για υπεροψία. Η Ισμήνη δεν παρακινείται από αρχές, αλλά από δειλία. Δεν τολμάει να ενωθεί με την Αντιγόνη σ' ένα τόσο μεγάλο κίνδυνο. [...] Στην πρώτη σκηνή με την Ισμήνη η Αντιγόνη δεν τρέφει καμιά συμπάθεια για την αδελφή της, εφόσον διαπιστώνει πως δεν θα βοηθήσει να θάψουν τον αδελφό τους. Δεν ξέρει από συμβιβασμούς, δεν δέχεται καμιά δικαιολογία. Επειδή η Ισμήνη δεν θα τη βοηθήσει, είναι εχθρές. Αποκρούει η Αντιγόνη τον ειλικρινή φόβο της Ισμήνης για εκείνην με μια σύντομη προτροπή να κοιτάξει τον εαυτό της. Όταν η Ισμήνη επιμένει στην ανάγκη για μυστικότητα, η Αντιγόνη της λέει να διαδώσει το νέο παντού. Η αντίληψή της για το καθήκον φαίνεται πως έχει αποξηράνει μέσα της όλα τ' ανθρώπινα συναισθήματα, εκτός από την αγάπη για τον αδελφό της. Εντούτοις, αυτή η σκληρότητα είναι χτισμένη πάνω σε μια γνήσια τρυφερότητα, ακόμη και για την Ισμήνη. Με τις πρώτες λέξεις του δράματος, όταν η Αντιγόνη απευθύνεται στην αδελφή της, βλέπουμε ποια είναι τα κανονικά συναισθήματά της.
"Ο Χορός" (σ. 37).
Ο Χορός συγκροτείται από ηλικιωμένους Θηβαίους, που ενστικτωδώς υποστηρίζουν την κατεστημένη δύναμη του Κρέοντα. Στο πρώτο τους άσμα εκφράζουν την ανακούφισή τους για την ήττα και τη φυγή των εισβολέων. Έπειτα από μια τέτοια ένταση δεν επιθυμούσαν τίποτε άλλο παρά την ειρήνη και την ησυχία για να ξεχάσουν τον πόλεμο. Έχουν μια μετριοφροσύνη και αίσθηση τιμής, και στην πραγματικότητα είναι αντιπροσωπευτικοί τύποι πολιτών.
"Η άρνηση του Κρέοντα να θάψει τον Πολυνείκη" (σσ. 18-19).
Η άρνηση ταφής αποτελεί, φαίνεται, τη λογική συνέπεια μιας αντίληψης, σύμφωνα με την οποία η πόλη απαιτεί από τον πολίτη την ύψιστη νομιμοφροσύνη. Αυτό το συμπέρασμα προκύπτει πολύ εύκολα, εφόσον ο Πολυνείκης είναι αναμφισβήτητα προδότης. Επιπλέον, εφόσον είναι νεκρός, η μόνη τιμωρία που είναι δυνατή γι' αυτόν πρέπει να επιβληθεί στο πτώμα και το πνεύμα του. Αν το σώμα του κατασπαραχθεί από τα αρπαχτικά όρνια και το πνεύμα του αποκλειστεί από την παρηγοριά που ο τάφος προσφέρει, θα υποφέρει, και αυτό θα εμποδίσει άλλους ν' ακολουθήσουν το παράδειγμά του. Η άρνηση ταφής στον Πολυνείκη είναι διαφορετική από την άρνηση ταφής σε ξένο εχθρό [...] Η κανονική διαδικασία στη μεταχείριση του Πολυνείκη θα ήταν να επιτραπεί η ταφή του έξω από τα σύνορα της χώρας του. Αυτό δεν το μνημονεύει ο Κρέων. Ή δεν το έχει σκεφτεί ή το σκέφτηκε και το απέρριψε. Η διαταγή του λέει πως το σώμα του πρέπει να μείνει άταφο, εκεί που βρίσκεται. Σκοπεύει να τιμωρήσει τον νεκρό άνδρα μετά θάνατο, και σε αυτό δεν ακολουθεί κάποιο έθιμο, αλλά τις δικές του θεωρίες. Τέτοια τιμωρία είναι ασυνήθιστη, όχι όμως και μοναδική. Γιατί ο Πλάτων, ένας άλλος θεωρητικός, απαιτεί να ρίχνεται άταφος έξω από τη χώρα του ο φονιάς του συγγενή του -και ο Πολυνείκης είναι τέτοιος (Νόμ. IX, 873 c). Όταν απαιτεί την ίδια τιμωρία για τους ασεβείς και για τους ιερόσυλους και τους πατροκτόνους (Νόμ. Χ 909 e. xii 960 b), μπορεί να το επικαλεστεί κανείς, για να υποστηρίξει την απόφαση του Κρέοντα, αφού ο Πολυνείκης προσπάθησε να καταστρέψει τους ναούς της χώρας του και σήκωσε τα όπλα κατά του συγγενή του.
"Τί σήμαινε η άρνηση ταφής του Πολυνείκη" (σσ. 48-50).
Τί σήμαινε η άρνηση του Κρέοντα να θάψει τον Πολυνείκη; Η ποινή είναι ακραία και φοβερή. Πίστευαν πως το πνεύμα του άταφου νεκρού περιπλανιόταν ανήσυχο και στερούνταν ακόμη και από τέτοιες ικανοποιήσεις που ένας νεκρός θά 'πρεπε να έχει. Όταν ο Αχιλλέας αφήνει στην Ιλιάδα (Ψ 71-74) τον Πάτροκλο άταφο, εμφανίζεται το φάντασμά του και ζητεί να τον θάψει αμέσως, γιατί, όσο είναι άταφος, πρέπει να είναι μακριά απ΄ τους άλλους νεκρούς και να περιπλανιέται μόνος έξω από τις πύλες του Άδη. Για τον ίδιο λόγο επίσης το φάντασμα του Ελπήνορα στην Οδύσσεια (λ 72-73) λέει στον Οδυσσέα πως πρέπει να τον θάψει, αν δεν θέλει να προκαλέσει την οργή των θεών. Ακόμη, το να μην αποδοθούν οι καθιερωμένες τιμές στον τάφο ήταν μια σοβαρή υπόθεση, και η καλύτερη και η πιο συνηθισμένη ευχή των γονιών ήταν να ταφούν τα παιδιά τους (Λυσ. ΧΙΙ, 46, Ευρυπ. Μήδ. 1032 e). Αυτό σήμαινε πως κατά κάποιον τρόπο μετά τον θάνατο η αγάπη γι' αυτόν τον κόσμο επιζούσε. Η σκέψη ότι θα μπορούσε να μην ταφεί, θα προκαλούσε ρίγος στην πιο γενναία καρδιά (Ευρυπ. Ικέτ. 540).[...] Ο νεκρός πρέπει να θάβεται, και ακόμη αυτό το καθήκον ανήκει πρωταρχικά στον πιο στενό συγγενή του. Αν η οικογένεια αμελούσε το καθήκον της, η ταφή αποτελούσε καθήκον του δήμου. Η γενική αναγνώριση του καθήκοντος αυτού φαίνεται από τη γιορτή της Δήμητρας στην Αθήνα, όταν έριχναν κατάρες σε όσους θα άφηναν ένα πτώμα άταφο. Γι' αυτό τον λόγο υπήρχαν ισχυρές θρησκευτικές δικαιολογίες. Καταρχήν πίστευαν πως η παρουσία του άταφου πτώματος μόλυνε τον ήλιο. Ύστερα πως η σωστή του θέση ήταν στη γη. Γι' αυτό οι Αθηναίοι έθαψαν του νεκρούς των Περσών στον Μαραθώνα, επειδή πίστευαν πως "το να καλύψουν το πτώμα του ανθρώπου με χώμα" ήταν "οπωσδήποτε ιερή πράξη" (Παυσ. 1.32.5).
"Ο Κρέων" (σσ. 15-17).
Ο Σοφοκλής, αφού μας άφησε ν' ακούσουμε από την Αντιγόνη πως ο Κρέων απαγόρευσε την ταφή του Πολυνείκη, είναι πια ελεύθερος να τον παρουσιάσει σ' ένα φως αμφίβολο, για να τον κάνει πειστικό και να προσδώσει σ' αυτόν τα εξωτερικά γνωρίσματα μιας ευγενικής καταγωγής. Όταν εμφανίζεται για πρώτη φορά, φαίνεται πως είναι ο "καλός" Κρέων. Αρχίζει με μια σειρά από αποφθέγματα γενικού κύρους σχετικά με τον ίδιο και τη θέση του, σχετικά με τον τρόπο διακυβέρνησης και τον πατριωτισμό, τα οποία, αν απομονωθούν, είναι πολύ αθώα και εκφράζουν ό,τι γενικά είναι αποδεκτό για τους δημόσιους άνδρες. Όταν ο Κρέων φτάνει στο σημείο να πει για την πόλη του "αυτή 'ναι που μας σώζει κι αν ολόρθη στέκει / κάνουμε στο ταξίδι μας τους γνήσιους φίλους" (189-190), τα λόγια του απηχούν τις ιδέες του Περικλή, έχουν κάποια ομοιότητα με το περήφανο ύφος του Επιταφίου Λόγου: "Έχω δηλαδή τη γνώμη πως, όταν η πόλη ευτυχεί στο σύνολό της, ωφελεί ξεχωριστά κάθε πολίτη περισσότερο απ' ό,τι, όταν στο σύνολό της δυστυχεί και ο κάθε πολίτης ζει ευτυχισμένος". Οι λεκτικές ομοιότητες ανάμεσα σε αυτό και τα λόγια του Κρέοντα μπορεί να είναι συμπτωματικές και δεν υπάρχει καμιά ανάγκη να υποθέσουμε πως είτε ο Περικλής είτε ο Σοφοκλής αντιγράψανε ο ένας τον άλλο. Τέτοιες ιδέες υπήρχαν στην ατμόσφαιρα και συναντούσαν κοινή επιδοκιμασία. Η ομοιότητα απλώς δείχνει πως τα αποφθέγματα του Κρέοντα είναι καθαυτά άψογα. Είναι οι γεμάτες νομιμοφροσύνη κοινοτοπίες ενός πατριώτη, και σαν τέτοιες πρέπει να γίνουν δεκτές. Βοηθούν στο να δημιουργήσουν καλή εντύπωση γι' αυτόν στην πρώτη του εμφάνιση.
"Ο Χορός για την Αντιγόνη και τους νόμους" (σσ. 38-41).
Η συλλογιστική του Χορού οφείλει κάτι στον Πρωταγόρα. Σύμφωνα μ' αυτή, η αναμφισβήτητη πρόοδος του ανθρώπου, η επιτυχία του σε πολλούς τομείς, η κατάκτηση της φύσης και η εδραίωση μιας οργανωμένης κοινωνίας έχουν διατηρηθεί και εξασφαλιστεί από την ύπαρξη νόμων. Ο Πρωταγόρας, κατά τον Πλάτωνα, απέδωσε την πρόοδο του ανθρώπου σε τέτοιες προϋποθέσεις και στο τέλος του μύθου του διηγείται πως ο Δίας στέλνει τον Ερμή, για να δώσει στους ανθρώπους τη δικαιοσύνη και τον σεβασμό, και τον διατάσσει: "και δώσε νόμο από μένα να σκοτώνουν σα συμφορά για την πόλη τον άνθρωπο που δεν συμμετέχει στο σεβασμό και τη δικαιοσύνη". Η αφετηρία αυτής της θεωρίας είναι πως οι άνθρωποι ενισχύονται και βελτιώνονται από τον νόμο και ο πολιτισμός στηρίζεται μ' εμπιστοσύνη σ' αυτόν, γιατί ο νόμος δημιουργεί, μαζί με τον πολιτισμό, τις ηθικές αξίες. Είναι μια θεωρία υψηλής ποιότητας και εντυπωσιακή, και ο Χορός την ασπάζεται. [...] Η θεωρία του είναι σαφής. Συμφωνεί με ό,τι ο Περικλής, ο Πρωταγόρας και ο Σωκράτης πίστευαν για τους νόμους - πως συγκρατούν γερά μια πόλη και ότι, αν αυτοί καταπατούνται, καταστρέφονται και το άτομο και η πόλη. Ο άνθρωπος είναι "παράξενος", γιατί έχει μέσα του δυνατότητες για το καλό και για το κακό, για την τάξη και την καταστροφή. Η μόνη πραγματική προστασία από τις αποκλίσεις είναι η επιβολή των νόμων που, όπως είπε ο Πρωταγόρας, έχουν καθαγιαστεί με θεϊκή επιδοκιμασία. Αν ένας άνθρωπος τους τηρεί, η πόλη στέκεται όρθια. Αν τους αψηφά, καταστρέφει τη δομή της. Ο βασικός κίνδυνος προέρχεται από την υπεροπτική τόλμη, που ήταν καλά γνωστό πως μπορούσε να καταστρέψει μια πόλη. Ο Χορός, ανησυχώντας να διατηρήσει την τάξη με οποιεσδήποτε θυσίες, είναι φοβισμένος από την απειλή της αναρχίας, που η ταφή του Πολυνείκη φαίνεται πως φανερώνει. Αυτή η θεωρία πρέπει να έχει μια ειδική αναφορά και να σχετίζεται με τον Κρέοντα.
Ο Κρέων μπορεί να έχει καταπατήσει τους νόμους των θεών, πράγμα που προς το παρόν δεν ενδιαφέρει, αλλά σίγουρα δεν έχει καταπατήσει τους νόμους της χώρας, για τους οποίους τώρα γίνεται συζήτηση. Ο Χορός αναφέρεται στο πρόσωπο που ακόμη δεν εξακριβώθηκε η ταυτότητά του και που, αντίθετα προς τη νόμιμη διαταγή, έθαψε τον Πολυνείκη. Ο Χορός είναι με το μέρος του Κρέοντα και, όπως πιστεύει, με τον νόμο και την τάξη. Στην πραγματικότητα εξωτερικεύει και τα συναισθήματά του. Όταν λέει πως η υποταγή στους νόμους εξυψώνει μια πόλη, επαναλαμβάνει εκείνο που είπε ο Κρέων για τη θέση της πειθαρχίας στην Πολιτεία (91). Η επίθεσή του κατά της απερίσκεπτης τόλμης επαναλαμβάνει την αποδοκιμασία του για όσους είναι εχθροί της πόλης. Στην πραγματικότητα καταδικάζει την Αντιγόνη, αν και δεν ξέρει πως αυτή είναι ο πραγματικός ένοχος. Ούτε και αυτό προκαλεί έκπληξη. Ο Χορός επιθυμεί ησυχία. Δεν θέλει να έχει σχέση με τους παραβάτες του νόμου. Τα συνασθήματά του είναι εντελώς κατανοητά. Ο λόγος του απευθύνεται σ' ένα μεγάλο αριθμό ακροατών, που συναισθάνονταν πως σε οποιαδήποτε περίπτωση ήταν άδικο να παραβαίνει κανείς τους νόμους και πως, όποιος τους παρέβαινε, ήταν απερίσκεπτος και φαύλος.
"Μόνο για τον αδελφό της θα ριψοκινδύνευε η Αντιγόνη την ταφή" (σσ. 50-52).
Η Αντιγόνη δεν θα αναλάμβανε ένα τόσο μεγάλο κίνδυνο για ένα σύζυγο ή ένα παιδί, γιατί αυτοί μπορούν να αντικατασταθούν από άλλους, ενώ ο αδελφός, που οι γονείς του είναι πεθαμένοι, δεν μπορεί να αντικατασταθεί. [...] Το γεγονός πως ο αδελφός της είναι νεκρός και έχει ανάγκη από τη βοήθειά της είναι το μόνο που την αναγκάζει να νιώθει αυτή τη σχέση όλο και πιο έντονα. [...] Η αφοσίωση του αδελφού και της αδελφής, ο ιδιαίτερα στενός δεσμός ανάμεσά τους, δεν θα φαίνονταν εξωπραγματικός για ελληνικό ακροατήριο. Θα μπορούσαν να ανακαλέσουν τον μύθο της Αλθαίας, που, επειδή ο γιος της Μελέαγρος σκότωσε τ' αδέλφια της, τον καταριέται και τον καταστρέφει. Αυτή ασφαλώς πίστευε πως τ' αδέλφια της έρχονταν πριν από τον γιο της και πως το πρώτο της καθήκον ήταν να εξιλέωσει τα οργισμένα πνεύματά τους. Αν ένας αδελφός είναι στενότερος από ένα γιο, είναι επίσης στενότερος από ένα σύζυγο. Γιατί αυτός έχει κατά κύριο λόγο το ίδιο αίμα και σε τέτοιους υπολογισμούς εκείνο που λογαριάζεται είναι ο βαθμός συγγένειας αίματος. Αναμφισβήτητα αυτή η αντίληψή μας φέρνει πίσω σε χρόνους, όπου οι οικογενειακοί δεσμοί ήταν εξαιρετικά στενοί και ιεροί. Το θέμα είναι αρκετά κοινό στα λαϊκά τραγούδια και στις λαϊκές παραδόσεις πολλών χωρών, στις οποίες περιλαμβάνεται και η σύγχρονη Ελλάδα. [...] Η Αντιγόνη παρακινείται από την έντονη αγάπη για τον αδελφό της, από ένα αίσθημα πως η συγγένειά της μ' αυτόν είναι μοναδική και απαιτεί ιδιαίτερη αφοσίωση. Επομένως ερμηνεύει τον εαυτό της με αυτόν τον άδολο, αλλά και αρχέγονο τρόπο. Ό,τι συγκινεί την καρδιά της, είναι η βαθιά συναίσθηση για τη συγγένεια και για ό,τι σχετίζεται μ' αυτή.
"Είναι η διαταγή του Κρέοντα νόμος;" (σσ. 56-59).
Ο μέσος Αθηναίος δεν θα είχε ίσως πολύ σαφή αντίληψη για το τι είναι νόμος, αλλά τουλάχιστον θα πίστευε πως είναι ένας κανόνας συμπεριφοράς που επιβάλλεται με αυστηρότητα και στον οποίο δίκαια υπακούει. Θα ήξερε τους νόμους που ο Σόλων καθιέρωσε, και που τους είχαν σε μεγάλη εκτίμηση και τους θεωρούσαν απαραίτητο θεμέλιο της αθηναϊκής ζωής. Θα συμφωνούσε γενικά με τον Ηράκλειτο πως "ο λαός πρέπει να μάχεται για τον νόμο, όπως για ένα τείχος", και θα παραδεχόταν την εύγλωττη υπεράσπιση της έννομης τάξης που ο Ηρόδοτος αποδίδει στον Δημάρατο (vii 104 4-5). Ο νόμος όμως θα θα μπορούσε να σημαίνει κάτι λιγότερο σεβαστό και να χρησιμοποιείται για οποιαδήποτε απόφαση της κρατικής εξουσίας. Ο Αισχύλος (Προμ. Δεσμ. 150) παρουσιάζει τον νέο τύραννο Δία να φτιάχνει νόμους που είναι αντίθετοι με το δίκαιο. Επομένως, δεν προκαλεί έκπληξη που ο Κρέων θα ονομάσει τη διαταγή του νόμο. (119).
Αν η άποψη του Κρέοντα για τον νόμο είναι φυσική και κατανοητή, αυτό ακριβώς είναι όμως που η Αντιγόνη αρνείται να παραδεχτεί. Ισχυρίζεται πως ένας νόμος είναι κάτι διαφορετικό, και ότι η διαταγή του Κρέοντα δεν είναι νόμος, γιατί συγκρούεται με τους νόμους των θεών και δεν έχει ισχύ απέναντί τους. Απέναντι στη διαταγή του Κρέοντα η Αντιγόνη ορθώνει διεκδικητικά εκείνο που αυτή νομίζει πως είναι οι μόνοι πραγματικοί νόμοι, οι νόμοι δηλαδή των θεών. Στη διαταγή του Κρέοντα ταιριάζει η ονομασία "διάταγμα", γιατί αυτή η μέθοδος του πειθαναγκασμού ήταν χαρακτηριστικό τυράννων σαν τον Περίανδρο και τον Κλεισθένη. Για την Αντιγόνη ο νόμος του Κρέοντα είναι απλώς μια διακήρυξη. Δεν έχει καθόλου τη δεσμευτική ισχύ του πραγματικού νόμου. Η Αντιγόνη κάνει μια σαφή διάκριση ανάμεσα σε αυτή τη διακήρυξη και στους νόμους των θεών. [...] Απέναντι στους ψευδείς νόμους του Κρέοντα η Αντιγόνη ορθώνει τους πραγματικούς νόμους που εκπορεύονται από τον Δία και τη Δικαιοσύνη. Δεν επικαλείται τον Δία σαν ειδικό Φύλακα του νεκρού, αλλά σαν θεό που εποπτεύει για το δίκαιο και άδικο. Οι άγραφοι νόμοι γεννήθηκαν στον Όλυμπο (Οιδ. Τύραν. 867) και προέρχονται από τον Δία. Μαζί του παρακάθεται η Δικαιοσύνη, κόρη της Θέτιδας ή του Δικαίου (Ησ., Θεογ. 902), που επίσης επιβλέπει τις πράξεις των ανθρώπων και είναι επιφορτισμένη με το ειδικό καθήκον να τιμωρεί τους αλαζόνες. [...] Όταν η Αντιγόνη επικαλείται αυτές τις δυνάμεις, απαντά στους επικριτές της που ισχυρίζονται πως η πράξη της υπονομεύει τη δομή της πολιτειακής τάξης. Αντίθετα, φαίνεται πως λέει ότι οι αρχές της αποτελούν τη βάση αυτής της τάξης.
"Οι άγραφοι νόμοι" (σσ. 59-60).
Η επιμονή της Αντιγόνης πως η ταφή επιβάλλεται από κάποιον άγραφο νόμο των θεών, όσο κι αν είναι εντυπωσιακή και ειλικρινής, μπορεί ωστόσο να μην φαίνεται αναμφισβήτητα ορθή. Όπως άλλες παραδοσιακές αντιλήψεις, έτσι και οι αντιλήψεις για τους άγραφους νόμους ήταν περισσότερο ισχυρές παρά σαφείς. Όταν ο Γοργίας στον Επιτάφιο λόγο του επιχειρεί να ερμηνεύσει το περιεχόμενό τους, απλώς δίνει κανόνες καλής συμπεριφοράς. Τον 4ο αιώνα οι φιλόσοφοι έδειχναν ενδιαφέρον γι' αυτούς, και προσπαθούσαν να τους εντάξουν σε κάποιο σύστημα, ενώ η διάκριση του Αριστοτέλη ανάμεσα σε έναν "ίδιο νόμο", που θεσπίζεται από την κοινότητα για χρήση δική της, και σε ένα "κοινό νόμο", που έχει σχέση γενικά με το δίκαιο και το άδικο, μοιάζει σαν μια φιλοσοφική απλοποίηση. Στην πράξη όμως πολλοί άνθρωποι του 5ου αιώνα θα είχαν σχηματίσει μια απλή διάκριση ανάμεσα στους κανονικούς νόμους της πολιτείας και στους άγραφους νόμους που αφορούν στη συνείδηση και το θρησκευτικό καθήκον. Στην καθημερινή ζωή οι άγραφοι νόμοι αναφέρονταν ειδικά στις σχέσεις ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας. Γι' αυτό ο Σωκράτης του Ξενοφώντα λέει πως παραβιάζονται με την αιμομιξία ανάμεσα στους γονείς και τα παιδιά. Για τον μέσο Αθηναίο οι άγραφοι νόμοι θα ήταν κανόνες πολύ παλιοί και με άγνωστη προέλευση, που προστάτευαν το θρησκευτικό τελετουργικό της οικογενειακής ζωής. Με τέτοιον τρόπο τους αντιμετωπίζει και η Αντιγόνη. Γι' αυτήν οι νόμοι έχουν εφαρμογή στον αδελφό της. Η ταφή του αποτελεί οικογενειακό καθήκον που οι θεοί απαιτούν. Παρουσιάζοντας την Αντιγόνη να εκθέτει με σαφήνεια την περίπτωσή της, ο Σοφοκλής προτάσσει για εξέταση δύο σημαντικά θέματα. Το πρώτο είναι πως οι θεοί απαιτούν γενικά την ταφή και πως καμιά εξαίρεση δεν επιτρέπεται, ακόμη και για τους προδότες. Μ' αυτό ο Σοφοκλής απευθύνεται στη συνείδηση, στα ενδόμυχα συναισθήματα για τις ιερές υποχρεώσεις που οφείλονται στον νεκρό. Κατά δεύτερο λόγο ο Σοφοκλής επιδεικνύει και τονίζει με έμφαση την πιθανή σύγκρουση ανάμεσα στα δύο είδη νόμου. Του ήταν εύκολο να εγκωμιάσει τους άγραφους νόμους ως το θεμέλιο της πολιτικής και της οικογενειακής ζωής. Όμως τί θα γινόταν αν η πολιτική εξουσία ενεργούσε εναντίον της; [...]
Ο Σοφοκλής έχει τη δική του θεωρία για τον νόμο. Λέει πως οι νόμοι των ανθρώπων πρέπει να συμμορφώνονται με τους νόμους των θεών. Σε αντίθετη περίπτωση θα επακολουθήσει η καταστροφή. Ο Πλάτων μπορεί να νομίζει πως υπάρχει αρμονία ανάμεσα στις δύο κατηγορίες. Ο Σοφοκλής διατύπωσε πως αυτή αρμονία δεν ήταν τόσο σίγουρη και γι' αυτό δραματοποίησε μια περίπτωση δυσαρμονίας ανάμεσά τους. Η υπεράσπιση της Αντιγόνης μπροστά στον Κρέοντα εδραιώνει το δίκιο της κατά την κρίση των πιο πολλών που την ακούνε. Αν ο Χορός και ο Κρέων δεν κατορθώνουν να το συλλάβουν, αυτό είναι λάθος τους. Ο Κρέων τυφλωμένος από αλαζονεία και ανίκανος να δει την αλήθεια. Ο Χορός είναι ένα άλλο παράδειγμα της ανικανότητας της ανθρώπινης μάζας να διακρίνει την αληθινή αξία. Όσο κι αν έχει δίκιο η Αντιγόνη, δείχνεται αναντίρρητα φοβερή. Αν μια γυναίκα ενεργεί σαν αυτή, τότε δεν μοιάζει πολύ με τις όμοιές της. Η Αντιγόνη δεν είναι ο τύπος που επαινούν ο Αίας, ο Περικλής ή ο Αριστοτέλης. Παρεμβαίνει στις δημόσιες υποθέσεις χωρίς κανένα δισταγμό, και το φοβερό είναι πως πίσω από αυτήν βρίσκονται οι θεοί. [...] Δεν δείχνει κανένα σεβασμό στον Κρέοντα, μολονότι είναι βασιλιάς και αρχηγός της οικογένειάς της. Δεν φροντίζει να χρησιμοποιεί τέτοια λόγια, σαν αυτά που θεωρούσαν πως ταίριαζαν σε νεαρές γυναίκες, όταν μιλούσαν στους μεγαλυτέρους τους. Το καθήκον την αναγκάζει να λέει την αλήθεια. Με τον άκαμπτο σεβασμό σ' αυτό το καθήκον μεταφέρει στο ίδιο το σπιτικό της την επιτακτικότητα αυτής της αλήθειας. Αυτό το καθήκον παραμερίζει σκέψεις σχετικές με τη θέση των γυναικών. Πραγματικά η Αντιγόνη προσφέρει στηρίγματα στη σωκρατική διδασκαλία, ότι η αρετή μιας γυναίκας είναι ίδια με την αρετή ενός άνδρα, ή τουλάχιστον δείχνει πως, όταν πρόκειται για το καθήκον απέναντι στους θεούς, δεν υπάρχει διάκριση ανάμεσα στα φύλα. Πολλοί από τους ακροατές μπορεί να είναι αντίθετοι σ' αυτό το συμπέρασμα, όμως ο Σοφοκλής το ενστερνίζεται στο έργο του. Δεν αφήνει καμιά αμφιβολία για τη δική του άποψη.
"Ο Κρέων αρχίζει να κλονίζεται" (σσ. 63-65).
Η πρώτη αντίδραση στην ισχυρογνώμονα πεποίθηση του Κρέοντα προέρχεται από τον Αίμονα, που είναι σπουδαίο πρόσωπο, όχι τόσο γιατί είναι γιος του Κρέοντα, αλλά κυρίως γιατί λέει τι σκέφτεται η κοινή γνώμη για την καταδίκη της Αντιγόνης. Ο Αίμων είναι η φωνή της συνείδησης του κοινού ανθρώπου, των κοινών ηθικών αντιλήψεων και μ' αυτόν ο Σοφοκλής φανερώνει την εμπιστοσύνη του στον μέσο άνθρωπο, όταν αντιμετωπίζει ένα πραγματικό πρόβλημα για το δίκαιο και το άδικο. Η κοινή γνώμη επιδοκιμάζει την πράξη της Αντιγόνης και πρέπει να την πάρουμε στα σοβαρά. Ο Σοφοκλής χρησιμοποιεί κατά δραματικό τρόπο εκείνο που ο Αισχύλος είχε διαπιστώσει, όταν έλεγε πως τα οργισμένα λόγια των πολιτών εκπληρώνουν το καθήκον μιας δημόσιας κατάρας (Αισχ. Αγαμ. 156-157). Οι Αθηναίοι ήταν πολύ γνήσιοι δημοκράτες και γι' αυτό πίστευαν πως σε μερικά σημαντικά θέματα η λαϊκή πίστη ήταν τελεσίδικη και πως, αν αυτή ήταν καταδικαστική, τότε έπρεπε να είναι σεβαστή. Γι' αυτό, όταν ο Αίμων εξιστορεί αυτό που πιστεύει ο λαός, ο Κρέων πρέπει να τον προσέξει. Η λαϊκή επιδοκιμασία για την Αντιγόνη είναι εξίσου αναπόδεικτη, όσο και η αποδοκιμασία για την τιμωρία της. Ο Κρέων στις επικλήσεις του Αίμονα είναι εντελώς ασυγκίνητος. Εξακολουθώντας τη δική του γραμμή να κακολογεί τον Αίμονα για θρασύτητα, τον κατηγορεί πως είναι σκλάβος μιας γυναίκας και τον απειλεί με τιμωρία. Έχει δίκιο όταν ο Αίμων χάνει την αυτοκυριαρχία του και απειλεί τον πατέρα του με ασέβεια, έχει όμως άδικο, όταν αρνείται να ακούσει την κοινή γνώμη. Πέφτει στο συνηθισμένο σφάλμα των τυράννων, που απομονώνουν τον εαυτό τους από τους άλλους, σαν τον Δηιόκη που θέσπισε τον νόμο ότι ένας βασιλιάς δεν πρέπει να βλέπει κανένα (Ηρόδ. 1. 99), ή τον Παυσανία που, όταν τα μυαλά του πήραν αέρα από την επιτυχία, έγινε απρόσιτος (Ηρόδ. 1. 130). Μ' αυτή τη διάθεση ο Κρέων δεν κατορθώνει να αντιληφθεί ούτε τους ισχυρισμούς του Αίμονα για τον λόγο που ήρθε σ' αυτόν, ούτε την κοινή γνώμη που βρισκόταν πίσω από αυτόν. Το αποτέλεσμα είναι πως χάνει τον γιο του, που είναι αποφασισμένος να σταθεί δίπλα στην Αντιγόνη και να συμμεριστεί την καταδίκη της. Αυτό είναι το τίμημα που ο Κρέων πληρώνει για την ισχυρογνωμοσύνη του. Οι θεοί δεν έχουν σχέση μ' αυτό. Τούτο αποτελεί την ανθρώπινη και κοινωνική συνέπεια μιας εσφαλμένης πράξης.
Μολονότι ο Κρέων δεν το παραδέχεται και με δυσκολία το αντιλαμβάνεται ο ίδιος, όμως, ως ένα βαθμό, έχει συγκινηθεί από τον Αίμονα. Το δείχνει με δύο τρόπους. Πρώτα-πρώτα, αν και προηγουμένως είχε αποφασίσει να τιμωρήσει την Ισμήνη, όπως και την Αντιγόνη, τώρα με μια και μόνο πρόταση του Χορού συμφωνεί πως είναι αθώα και λέει ότι δεν θα την τιμωρήσει. Έτσι η ισχυρογνωμοσύνη του αρχίζει να σπάει. Έχει όμως ακόμη τη γνώμη πως για την Αντιγόνη έχει σκεφτεί σωστά, ενώ για την Ισμήνη έχει αμφιβολίες και την απαλλάσσει. Αυτό δείχνει πως δεν είναι αιμοβόρο θηρίο, αλλά το θύμα ψευδών εντυπώσεων. Η μια πλευρά της πραγματικότητας έχει διεισδύσει μέσα του. Γρήγορα θα φωτιστεί εντελώς. Αυτή η παραχώρηση, όσο μικρή κι αν είναι, γίνεται βέβαια επειδή ο Αίμων έχει ταράξει τη συνείδησή του. Δεύτερο, αν και ο Κρεών είναι ακόμη αποφασισμένος να τιμωρήσει την Αντιγόνη, τώρα αλλάζει το είδος της ποινής και δίνει εξηγήσεις. Θα την κλείσει σε μια βραχώδη σπηλιά μακριά από τους ανθρώπους και θα της δώσει αρκετή τροφή, για να τη διατηρήσει ζωντανή. Σ' αυτή του την απόφαση τα κίνητρά του είναι ανάμεικτα και φανερώνουν τη σύγχυση του μυαλού του. Κατά πρώτο λόγο ελπίζει πως μ' αυτόν τον τρόπο η πόλη θα διαφύγει το μίασμα από τον θάνατό της. Φαίνεται να πιστεύει πως τελικά δεν μπορεί να σκοτώσει κάποιον από τους συγγενείς του, αλλ΄ όμως δεν θέλει να παραιτηθεί από το δικαίωμά του να την τιμωρήσει. Ελπίζει πως με την αλλαγή της τιμωρίας θα αποτρέψει την οργή των θεών κι ακόμη πως θα σώσει την αξιοπρέπειά του. Κατά δεύτερο λόγο ελπίζει ίσως πως ο περιορισμός θα εξαναγκάσει την Αντιγόνη να μετανοήσει. Σαν άλλους που από πλάνη κάνουν το κακό, φαίνεται πως έχει πείσει τον εαυτό του ότι η τιμωρία θα είναι για το καλό του θύματος. Είναι δύσκολο να πει κανείς πόσο ειλικρινής είναι μ' αυτό. Αυτός όμως ο συνδυασμός των δύο σκέψεων δείχνει πως έχει κλονιστεί και είναι ανήσυχος. Δεν είναι ακόμη έτοιμος να παραδεχτεί πως έχει άδικο, προσπαθεί όμως να αλλάξει την τιμωρία και να την κάνει να φανεί σαν να ήταν πραγματικά για το καλύτερο. Πέφτει έξω. Η Αντιγόνη αυτοκτονεί και ο θάνατός της πέφτει βαριά πάνω στον Κρέοντα.
Η μετατροπή της τιμωρίας δεν ανακουφίζει την Αντιγόνη. Δεν φοβάται τον θάνατο, στην πραγματικότητα τον επιθυμεί, η προοπτική όμως μιας υπόγειας, ανήλιαγης φυλακής την τρομάζει και τη συνταράζει. Αυτή που ήταν τόσο σκληρή και ατρόμητη, είναι τώρα ανθρώπινη και συγκινητική. Νιώθει πως πρόκειται να στερηθεί και τους δύο κόσμους, πως δεν θ' ανήκει ούτε στον κόσμο των ζωντανών ούτε των νεκρών. Με περισσότερη ευαισθησία αντιπαραβάλλει την υπόγεια ζωή της με τις ελπίδες του γάμου και βλέπει σ' αυτή ένα νέο είδος γάμου, μια παρωδία και διαστρέβλωση γάμου, που δεν θάχει καθόλου γαμήλια τραγούδια, ούτε νυφικό κρεβάτι, ούτε νυφικό δωμάτιο, αλλά τον Αχέροντα. Δεν θά 'ναι ούτε νεκρή, ούτε ζωντανή, αλλά θα υπομένει ένα ζωντανό θάνατο, ένα θάνατο μέσα στη ζωή.
Φαίνεται επίσης πως έχει πάρει την απόφαση ν' αυτοκτονήσει, όχι όμως εντελώς ξεκάθαρα ακόμη. Η επικείμενη μοίρα της την αποστερεί επίσης από την ελπίδα να δει τον αδελφό της. Καθόλου παράξενο που έχει χάσει κάπως την παλιά της εμπιστοσύνη, που συγκεντρώνει τώρα τις σκέψεις της στην αγάπη για τον Πολυνείκη. Γιατί αυτή είναι η ικανοποίηση από αυτό που τώρα πρόκειται να χάσει. Αλλά και η υπακοή επίσης στους θεούς την έφεραν σ' αυτό το μαρτύριο. Ως τώρα έχει υποφέρει από αγάπη και ευσέβεια, όμως η πρώτη φαίνεται πως την έχει στερήσει από τις ελπίδες της, η δεύτερη πως δεν έχει ανταμοιβή. Γι' αυτό τον λόγο η Αντιγόνη σχεδόν στρέφεται κατά των θεών που έχουν ανταμείψει την αφοσίωσή της με την κατηγορία της ασέβειας, και ακόμη αμφιβάλλει κατά πόσο παρ' όλα αυτά έχει ενεργήσει σωστά. Σ' αυτό είναι ταπεινόφρων. Παραδέχεται πως έχει ίσως άδικο και πως οι θεοί θα της πουν αν έχει. Δεν έχει πια τη γεμάτη υπερηφάνεια εμφάνιση. Από μιαν άποψη η μετατροπή της ποινής από τον Κρέοντα την κάνει πραγματικά ταπεινόφρονα, όχι όμως προς ικανοποίησή του ή σύμφωνα με το σχέδιό του. Κερδίζει με το μέρος της όποιον τώρα είχε αμφιβολίες γι' αυτήν ή τον είχε απωθήσει ο ασυμβίβαστος χαρακτήρας της. Είναι πάνω απ' όλα ανθρώπινη και συγκινητική. Ο Κρέων όμως δεν κερδίζει τίποτε απ' αυτό. Δεν υποχωρεί σ' αυτόν, αλλά προτιμά ν' αυτοκτονήσει παρά να ζει χωρίς τον αδελφό της. Ο Κρέων πέφτει έξω σχετικά μ' αυτό, όπως και σε άλλους υπολογισμούς του.
Η αλλαγή της Αντιγόνης, η εξαφάνιση των τελευταίων ιχνών της υπερηφάνειας της, βάζει τον Χορό σε αμηχανία και ανησυχία. Δεν μπορεί πια να την καταδικάσει για ανευλαβή ισχυρογνωμοσύνη. Φαίνεται πως εκφράζει τις αμφιβολίες που αισθάνεται, την ανικανότητά του να πάρει μιαν απόφαση. [...] Έχει αρχίσει να αμφιταλαντεύεται. Έχει λυγίσει πιο πολύ από τον Κρέοντα και αυτό τον κάνει περισσότερο έτοιμο να δεχτεί το μήνυμα των θεών, όταν έλθει.
"Το τέχνασμα της προειδοποίησης" (σσ. 67-72).
Αν ο Αίμων εκπροσωπεί τους κοινούς ανθρώπους, ο Τειρεσίας εκπροσωπεί τους θεούς. Η Αντιγόνη καταλαβαίνει πως, αν ο Κρέων την τιμώρησε για πράξη που είναι δίκαιη, ο ίδιος πρέπει να πληρώσει γι' αυτό. Η ευχή της εισακούεται, και ο Τειρεσίας είναι ο πρώτος συντελεστής στην εκπλήρωσή της. Παρουσιάζοντας το γηραιό μάντη, ο Σοφοκλής μεταχειρίζεται τεχνάσματα της ελληνικής παραδοσιακής αφήγησης, αλλά το καθένα λειτουργεί έτσι μέσα στο δράμα, ώστε δύσκολα αναγνωρίζεται, και δεν είναι βέβαια φανερό. Το πρώτο είναι η εμφάνιση του Τειρεσία, που προειδοποιεί τον Κρέοντα να μην προσβάλει τον νεκρό. Αυτό είναι το τέχνασμα της προειδοποίησης. Στην Οδύσσεια, όταν οι θεοί προειδοποιούν τον Αίγισθο με τον Ερμή να μη σκοτώσει τον Αγαμέμνονα ή να παντρευτεί την Κλυταιμνήστρα, ο Αίγισθος απορρίπτει την προειδοποίηση και φτάνει σ' ένα τέλος αποτρόπαιο.
Η προειδοποίηση απαλλάσσει τους θεούς από κάθε ευθύνη. Έπειτα απ' αυτό, ο άνθρωπος που προειδοποιήθηκε πρέπει να μέμφεται τον εαυτό του για τη μοίρα του. [...] Το πλεονέκτημα αυτού του τεχνάσματος είναι πως δίνει μια εύλογη ερμηνεία της συμφοράς και αποδίδει ένα βαθμό φιλανθρωπίας στους θεούς. Οι άνθρωποι κάνουν την εκλογή τους, αλλά δεν υπολογίζουν τις προειδοποιήσεις και δίκαια δεν μπορούν να παραπονούνται, εφόσον επιμένουν, και γι' αυτό τιμωρούνται. Ο Κρέων προειδοποιείται από τον Τειρεσία αλλά δεν υπολογίζει την προειδοποίηση έως ότου είναι πια πολύ αργά.
Ο Κρέων έχει ακόμη καιρό να σωθεί και ο Τειρεσίας τον προειδοποιεί πως στέκεται στο χείλος της καταστροφής. Έπειτα, με μια ομιλία γεμάτη μυστηριακή φρίκη, μιλάει για τα κακά σημάδια, για τους συγκεχυμένους κρωγμούς των πουλιών, τις θυσίες που δεν θα καούν. Για όλα αυτά κατηγορεί τον Κρέοντα. Οι θεοί αρνούνται τη θυσία, επειδή οι βωμοί μολύνθηκαν με σάρκες από το πτώμα του Πολυνείκη. Ο Τειρεσίας ξέρει πως κάτι είναι σε απελπιστικό βαθμό λαθεμένο και πως οι θεοί έχουν οργιστεί από το ανόσιο διάταγμα του Κρέοντα. Σ' αυτά τα φρικιαστικά περιστατικά ο Σοφοκλής έχει εμφυσήσει μια τόσο παράξενη και δυνατή ποίηση, ώστε δεν ρωτάμε αν η κατάσταση είναι πραγματική ή όχι. Είναι αρκετό πως ο εκπρόσωπος των θεών το διακηρύσσει. [...]
Ο Κρέων δεν κατορθώνει να εκτιμήσει την προειδοποίηση ή την καλή διάθεση που την προκαλεί. Μέσα στην αφροσύνη του ξαναγυρίζει στις παλιές αυταπάτες του, πως οι επικριτές του έχουν δωροδοκηθεί και, όπως ακριβώς πίστεψε πως η αγάπη για το χρήμα κρύβεται πίσω από τις πρώτες ιεροπραξίες που έγιναν για τον Πολυνείκη, έτσι και τώρα νομίζει πως ο Τειρεσίας έχει πληρωθεί για να τον απειλήσει. Η πίστη του πως οι θεοί δεν είναι δυνατό να μολυνθούν αποτελεί μια ανόητη ψευδαίσθηση, ένα μη συνειδητό τρόπο για να συγκαλύψει το σφάλμα του. Ο εγωισμός του είναι πάλι σε δράση και τον εμποδίζει να διορθώσει το σφάλμα του, όπως ακριβώς ο ίδιος εγωισμός τον οδήγησε σ' αυτό το λάθος.
Η αναπόφευκτη νέμεση επακολουθεί. Το κακό που θα μπορούσε να αποφευχθεί, πρέπει να επέλθει. Ο Τειρεσίας προφητεύει πως σε λίγο ο Κρέων θα χάσει τον γιο των σπλάχνων του ως ανταπόδοση για τον άταφο Πολυνείκη και τη θαμμένη Αντιγόνη. Αυτή η τιμωρία θα προέλθει από τους εκδικητές θεούς. Ο Τειρεσίας κάνει αυτή την προφητεία μόνο όταν καταλαβαίνει πως ο Κρέων είναι άκαμπτος. Το πρόβλημα δεν είναι πως τον καταδιώκει μια κακεντρεχής μοίρα. Πρέπει να υποφέρει, γιατί έχει διαπράξει σφάλμα και αρνήθηκε να το επανορθώσει εγκαίρως. Οι θεοί δεν θέλουν να εκβιάσουν από αυτόν δίκαιη ανταπόδοση, αλλά θέλουν να μάθει...
"Το θέμα Πολύ αργά" (σσ. 72-75).
Μόλις ο Τειρεσίας έφυγε, οι καταστροφές επακολουθούν βαριές και γρήγορες. Έχουν διατυπωθεί οι αιτιάσεις πως αυτό το είδος της καταστροφής δεν είναι στην πραγματικότητα δραματικό και πως το τελευταίο μέρος της τραγωδίας δεν έχει την πληρότητα του πρώτου μέρους. Αυτό όμως αποτελεί παρανόηση. Το αποτέλεσμα δείχνει πως, όταν οι θεοί ενεργούν, το κάνουν γρήγορα και σίγουρα. Μπορεί να καθυστερούν ν' αρχίσουν, είναι όμως αναντίρρητα σταθεροί. Η ταχύτητα και η συσσώρευση των γεγονότων που ο Κρέων προκάλεσε, πλήττουν το ίδιο το σπιτικό του. Του έλαχε η ευκαιρία και την έχασε. Τώρα οι τιμωρίες ακολουθούν η μία την άλλη. Μ' αυτό το αποτέλεσμα ο Σοφοκλής συνθέτει ένα άλλο παραδοσιακό θέμα, το θέμα "πολύ αργά". Ο Κρέων είναι ένας απ' αυτούς που βλέπουν την αλήθεια, πολύ άργά όμως για να τον βοηθήσει. [...]
Το θέμα είναι παλιό, το ηθικό του δίδαγμα είναι πως, όταν μια καλή πράξη αναβάλλεται για πολύ καιρό, τότε θα πάψει νά 'ναι αποτελεσματική ή και καλή. Για τον Σοφοκλή το σχέδιο, έτσι που παρουσιάζεται, είχε φανερά πλεονεκτήματα. Του έδωσε τη δυνατότητα να δείξει τον Κρέοντα σε μια διάθεση μετάνοιας και ακόμη ανίκανο ν' αποτρέψει την καταστροφή που οι πράξεις του προκάλεσαν σε βάρος του. Και με περισσότερη δεξιοτεχνία μπόρεσε να παρουσιάσει το πορτρέτο του ίδιου ανθρώπου, ενεργητικού, αλλά ανώφελου για καλές πράξεις, που υπήρξε ισχυρογνώμων και πείσμων. Ο Κρέων δεν αλλάζει τον χαρακτήρα του ξαφνικά με δική του απόφαση. Μόνο στο τέλος αποβάλλει την αλύγιστη αυταρέσκειά του. Τελικά το θέμα "Πολύ αργά" φέρνει στην επιφάνεια το ηθικό δίδαγμα πως, μολονότι οι θεοί μπορεί να ανέχονται σφάλματα για ένα χρονικό διάστημα, υπάρχει ένα όριο στην υπομονή τους, και, όταν αυτό εξαντληθεί, επακολουθούν οι συμφορές. Ο Κρέων έχει προσχωρήσει πολύ. Του είναι αδύνατο να αποφύγει το μάθημα που οι θεοί θέλουν να του διδάξουν. [...]
Ο Κρέων τώρα διχάζεται ανάμεσα στην αλαζονεία που συμβουλεύει την ισχυρογνωμοσύνη του και τον φόβο πως θα πέσει σε συμφορές. Ο δισταγμός δεν διαρκεί. Ο ισχυρός λόγος του Χορού, που συνοδεύεται από τη συμβουλή να απολύσει την Αντιγόνη και να θάψει τον Πολυνείκη, στερεώνει την απόφασή του. Εντούτοις, ακόμη και τώρα ο Κρέων φανερώνει ίχνη από τον παλιό του εαυτό. Η αλλαγή όμως είναι επιφανειακή. Ως τη στιγμή αυτή δεν νιώθει καθόλου λύπη, δεν έχει κανένα αίσθημα ενοχής. Εκείνο που του προκαλεί εντύπωση είναι η δύναμη των περιστάσεων. Το βρίσκει δύσκολο να υποχωρήσει, το παραδέχεται όμως. [...]
Δύο καθήκοντα έχει ο Κρέων. Να ελευθερώσει την Αντιγόνη και να θάψει τον Πολυνείκη. Σ' αυτή τη σειρά τα έχουν τοποθετήσει ο Τειρεσίας και ο Χορός. Και πολύ σωστά, γιατί η ζωή της Αντιγόνης μπορεί να σωθεί με άμεση παρέμβαση, ενώ η ταφή του Πολυνείκη μπορεί να περιμένει ως ότου ολοκληρωθεί το πιο επείγον καθήκον. Ο Κρέων σκέφτεται και ενεργεί διαφορετικά. Πρώτα παρέχει πλήρη ταφή στον Πολυνείκη, έπειτα πηγαίνει να ελευθερώσει την Αντιγόνη από τη φυλακή της. Πηγαίνει όμως πολύ αργά. Αυτή έχει στο μεταξύ κρεμαστεί και μαζί της βρίσκεται ο Αίμων, που αυτοκτονεί πάνω στο σώμα της, μπροστά στα μάτια του πατέρα του. Αυτό δημιουργεί μια πλήρη τραγική κλιμάκωση. Αν αντέστρεφε τη σειρά των γεγονότων, θα είχε ελαττώσει τη φρίκη και μειώσει την καταστροφή. Εφόσον πρέπει η καταστροφή να γίνει, έπρεπε να γίνει προς το τέλος. Και αυτή η σειρά είναι ψυχολογικά σωστή. Είναι σύμφωνη με τον χαρακτήρα του Κρέοντα. [...] Η ευθύνη του γίνεται πιο καθαρή και η τιμωρία του πιο σκληρή από το μίσος που ο γιος και η γυναίκα του του δείχνουν όταν πεθαίνουν. Ο Αίμων μάλιστα τον φτύνει κατάμουτρα και αρνιέται να του μιλήσει.
"Το μάθημα της τραγωδίας" (σσ. 76-77).
Όπως ο μάντης προφήτεψε, ο Κρέοντας τιμωρείται χάνοντας αυτούς που αγαπά, τον γιο του και τη γυναίκα του. Ο θάνατός τους οφείλεται άμεσα σ' αυτόν. Αν δεν είχε απαγορεύσει την ταφή του Πολυνείκη και δεν καταδίκαζε την Αντιγόνη, καμιά απ' αυτές τις συμφορές δεν θα ακολουθούσε. Επίσης, οι συμφορές δεν θα επέρχονταν, αν είχε αλλάξει απόφαση όσο ήταν καιρός. [...]
Ο Κρέων δεν πεθαίνει. Μπαίνει στο ανάκτορο ξέροντας μόνο πως είναι ένας ανόητος άνθρωπος και μη ξέροντας πού να κοιτάξει και πού να βρει ανάπαυση. Μια συντριπτική μοίρα έχει πέσει πάνω του. Και αυτή η ταπείνωση και καταδίκη για την ενοχή του είναι το μάθημα που οι θεοί τον δίδαξαν. Ο Χορός κλείνει την τραγωδία με μια σκέψη για τους κινδύνους της αλαζονείας και της ανευλάβειας. Μιλάει για τη σοφία που έγκειται στο ν' αναγνωρίσει ο άνθρωπος την ταπεινή του θέση απέναντι στους θεούς.[...]
Η οδυνηρή μεταστροφή της τύχης του Κρέοντα από την αλαζονεία στην ταπείνωση, από την ψευδαίσθηση της δύναμης στην επίγνωση της αδυναμίας, από την αυταρέσκεια στη δυστυχία, είναι περισσότερο αποτελεσματική από οποιοδήποτε ηθικό δίδαγμα. Ο Σοφοκλής δίνει το δίδαγμά του κυρίως μέσα από τους χαρακτήρες και τις συμφορές τους. Επιστρατεύει σειρά γεγονότων, έτσι που αυτά οδηγούν αναπόφευκτα σε κάποιο συμπέρασμα και δίδαγμα. Το συμπέρασμα συμφωνεί με την ελληνική θρησκεία. Η πτώση του Κρέοντα θα μπορούσε να προσελκύσει τον Πίνδαρο σαν η δίκαιη τιμωρία ενός που αψήφησε τους θεούς. Ο Σοφοκλής επιχειρεί κάτι πιο δραστικό παρουσιάζοντας πως αυτή είναι άμεσο επακόλουθο του χαρακτήρα του. Την παρουσιάζει μάλιστα και πιο αξιοσυγχώρητη, δίνοντας στον Κρέοντα ευκαιρία να εξαγοράσει τις πλάνες του. Σε κάθετι που έχει σχέση με τον Κρέοντα το έργο παρουσιάζει βαθιά θεολογική διάθεση και θα γινόταν αποδεκτό από τους ευλαβικά σκεπτόμενους. Ακόμη και οι θάνατοι του Αίμονα και της Ευρυδίκης θα θεωρούνταν μέρος του θεϊκού σχεδίου για τιμωρία του Κρέοντα. Γιατί με τον θάνατό τους αυτός βρίσκει τη λύπη του που τον ταπεινώνει. Αυτοί είναι τα αθώα όργανα για τη φώτισή του.
Η θεολογική άποψη που ο Σοφοκλής παρουσιάζει είναι από μιαν άποψη παραδοσιακή, αλλά αυτό συνάγεται με μια προσεκτική λογική ανάλυση και μια πλήρη ανίχνευση των σημασιών της. Πάνω απ' όλα με έμφαση τονίζει την υπευθυνότητα των ανθρώπων για τις πράξεις τους. Οι Έλληνες στοχαστές ταλαντεύονταν ανάμεσα στην αποδοχή της ευθύνης των ανθρώπων και στην απόδοσή της στους θεούς. Στην Αντιγόνη ο Σοφοκλής αποδέχεται τη δεύτερη άποψη και σχεδόν προλαβαίνει τη θεωρία του μύθου του Πλάτωνα, σύμφωνα με τον οποίο οι αγέννητες ψυχές εκλέγουν τη μοίρα τους με τη βασική αρχή πως "η ευθύνη ανήκει σ' αυτόν που κάνει εκλογή. Ο Θεός δεν ευθύνεται". Στην περίπτωση του Κρέοντα η θεία δικαιοσύνη συμφιλιώνεται με την ανθρώπινη ευθύνη.
Στην Αντιγόνη ενυπάρχουν οι κύριες σταθερές που διέπουν τις εγγενείς στην ανθρώπινη κατάσταση συγκρούσεις. Αυτές οι σταθερές είναι πέντε:
* η αναμέτρηση μεταξύ ανδρών και γυναικών
* μεταξύ ηλκιωμένων και νέων
* μεταξύ κοινωνίας και ατόμου
* μεταξύ ζωντανών και νεκρών
* μεταξύ ανθρώπου και θεού (θεών).
Οι συγκρούσεις που πρέρχονται από αυτούς τους πέντε τύπους αναμέτρησης δεν είναι διαπραγματεύσιμες. Οι άνδρες και οι γυναίκες, οι γέροι και οι νέοι, το άτομο και η κοινότητα ή το κράτος, οι ζωντανοί και οι πεθαμένοι, οι θνητοί και οι αθάνατοι, αυτοπροσδιορίζονται μέσα στη συγκρουσιακή διαδικασία του αλληλοπροσδιορισμού. Ο αυτοπροσδιορισμός είναι αναπόσπαστος από την αγωνιστική αναγνώριση της "ετερότητας" (του άλλου), εκείθεν των απειλούμενων ορίων του εγώ. Οι αντιτιθέμενοι πόλοι του αρσενικού και του θηλυκού, των γηρατειών και της νεότητας, της ιδωτικής αυτονομίας και της κοινωνικής συλλογικότητας, της ύπαρξης και της θνητότητας, του ανθρώπινου και του θείου μπορούν να αποκρυσταλλωθούν μόνο με όρους εναντίωσης (όποιες κι αν είναι οι πολυάριθμες αποχρεώσεις των προσαρμογών των μεν προς τα δε). Φτάνω στον εαυτό μου -το πρωταρχικό ταξίδι- σημαίνει αντιμετωπίζω πολεμικά τον "άλλον". Οι οριακές συνθήκες του ανθρώπινου προσώπου είναι οι συνθήκες που τίθενται από το φύλο, την ηλικία, την κοινότητα, το χάσμα μεταξύ ζωής και θανάτου και το δυναμικό της αποδεκτής ή μη συνάντησης του υπαρξιακού με το υπερβατικό [...].
Η κεντρική σύγκρουση αυτού του σοφόκλειου έργου έχει συχνά γίνει αντιληπτή ως σύγκρουση ανάμεσα στα αρχαϊκά οικεγενειακά έθιμα και τους αρχαϊκούς κώδικες ευαισθησίας, από τη μια μεριά, και στη νέα, δημόσια ορθολογικότητα της περίκλειας στιγμής, από την άλλη. Υπό το φως αυτής της ερμηνείας, η γλώσσα του Κρέοντα, ο αυστηρός νομικισμός του, η τακτική του κατά τη συζήτηση, έχουν χαρακτηρισθεί "σοφιστικά" όχι τόσο από ηθική όσο από τεχνική και ιστορική άποψη. Στον ριζωμένο στην έννοια του θανάτου "υπερβατισμό" της Αντιγόνης αντιτίθεται ο κοσμικός "διαφωτισμός" του Κρέοντα. Η καταστροφή του γένους του Λάϊου καταδεικνύει ότι δρούσαν σκοτεινοί παραλογισμοί και απηρχαιωμένες μανίες. Ο αφηρημένος χαρακτήρας, η απρόσωπη πολιτική της διακυβέρνησης του Κρέοντα αντιπροσωπεύουν την υπόσχεση ενός μέλλοντος λιγότερο παθιασμένου αλλά νηφαλιότερου. Ασφαλώς ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζει τον Κρέοντα ο Σοφοκλής όντως υποδηλώνει τις δικές του αμφιβολίες και ανησυχίες για μια τέτοια "πρόοδο". Ο ποιητής έχει, ο ίδιος, οξύτατη επίγνωση της αναπόσβεστης αυθεντίας και ιερότητας του σκοτεινού στοιχείου μέσα στον άνθρωπο [...]
Άραγε, δεν είναι και οι δυο τους βαθιά όμοιοι στην πραγματικότητα; Η προσωπικότητά τους δεν έχει ακριβώς την ίδια "κοψιά"; Άραγε, ο τρόπος με τον οποίο φέρεται η Αντιγόνη στη δύστυχη Ισμήνη δεν αντιστοιχεί στον τρόπο με τον οποίο φέρεται ο Κρέων στην ίδια και στον Αίμονα; Η πολεμικού τύπου συγγένεια μεταξύ Κρέοντα και Αντιγόνης απορρέει από τη σύγκρουση δύο "υπαρξιακών ελευθεριών" που εξισορροπούνται με μεγάλη ακρίβεια. Κανείς από τους δυο δεν μπορεί να υποχωρήσει χωρίς να διαψεύσει την ουσία της ύπαρξής του. Ο καθένας βλέπει τον άλλον στον εαυτό του, ενώ η ίδια η γλώσσα του κειμένου υποδεικνύει αυτή τη μοιραία συμμετρία. Και ο Κρέων και η Αντιγόνη είναι αυτο-νομιστές, άνθρωποι που έχουν αναλάβει οι ίδιοι την τήρηση του νόμου. Στη δεδομένη περίσταση δεν είναι δυνατός ο συμβιβασμός μεταξύ του δικαίου που εκφέρει ο ένας και του δικαίου που εκφέρει ο άλλος. Η κοινή τους όμως εμμονή στον νόμο καθιστά τον ένα σχεδόν καθρέφτισμα του άλλου. Εξ ου και η στενή συνάφεια, σε εύρος και χαρακτήρα, των καταστροφών που υφίστανται διαδοχικά: Αυτό που είναι συγκλονιστικό σε αυτούς τους εκτοξεύει προς τα εμπρός. Πέφτουν στην άβυσσο σαν τους Τιτάνες.