Πέμπτη 24 Μαΐου 2012

Λογοτεχνία Γ' Λυκείου (Μέρος πρώτο) προτεινόμενο θέμα!


Προτεινόμενο θέμα για το Αμάρτημα της μητρός μου (1η ενότητα)

«Άλλην αδελφήν δεν είχομεν παρά μόνον την Αννιώ... Το καϋμένο μας το Αννιώ! εγλύτωσεν από τα βάσανά του!»

Ερωτήσεις:

1. Η ψυχογραφική διάσταση του διηγήματος αποκαλύπτεται από την προσπάθεια διείσδυσης στο ψυχικό βάθος των κειμενικών προσώπων. Να εντοπίσετε και να σχολιάσετε τρία σημεία του κειμένου όπου η προσπάθεια αυτή είναι ιδιαίτερα εμφανής.
Μονάδες 15

2. Να αναφέρετε, με παραδείγματα μέσα από το κείμενο, πέντε από τα βασικά χαρακτηριστικά της διηγηματογραφίας του Βιζυηνού.
Μονάδες 20

3. «Πίσω από την επιφανειακή οικογενειακή ομόνοια, αναγκαία μπροστά στην αρρώστια της Αννιώς, οι ανικανοποίητες ατομικές ή εγωιστικές ανάγκες αναδεύουν θολές καταστάσεις και καλύπτουν βουβές συγκρούσεις ή παράπονα. Ο λόγος δεν είναι μόνο ομολογία∙ είναι και απόκρυψη.» (Παν. Μουλλάς, «Το Νεοελληνικό διήγημα και ο Γ. Μ. Βιζυηνός»)
Να επαληθεύσετε την άποψη αυτή χρησιμοποιώντας στοιχεία από την πρώτη ενότητα του διηγήματος.
Μονάδες 20

4. «Η ασθενής ανέπνεε βαρέως, όπως πάντοτε. Πλησίον αυτής ήτο τοποθετημένη ανδρική ενδυμασία, καθ’ ήν τάξιν φορείται. Δεξιόθεν σκαμνίον σκεπασμένον με μαύρον ύφασμα, επί του οποίου υπήρχε σκεύος πλήρες ύδατος και εκατέρωθεν δύο λαμπάδες αναμμέναι. Η μήτηρ μου γονυπετής εθυμίαζε τ’ αντικείμενα ταύτα προσέχουσα επί της επιφάνειας του ύδατος.
Φαίνεται ότι εκιτρίνισα από τον φόβον μου. Διότι ως με είδεν, έσπευσε να με καθησυχάσῃ.
- Μη φοβείσαι, παιδάκι μου, με είπε μυστηριωδώς, είναι τα φορέματα του πατρός σου. Έλα, παρακάλεσέ τον και συ να έλθῃ να γιατρέψῃ το Αννιώ μας.»
Να σχολιάσετε, σε δύο παραγράφους (150 λέξεις),  τι επιδιώκει η μητέρα και γιατί.
Μονάδες 25

5. [Το 1898, σε ηλικία τεσσάρων ετών, πεθαίνει ο μικρός γιος του Κωστή Παλαμά.] Να παρακολουθήσετε πώς εκφράζεται η γονική αγάπη στα δύο κείμενα.
Μονάδες 20

Κωστής Παλαμάς «Μίλημα με τα λουλούδια»
...
Μεσ’ στη λευκότατη στοργή πύρινο πάθος, και ύστερα
το λάγγεμα το κίτρινο του αρρώστου.
Λουλούδια, έτσι τ’ αγάπησα∙ πατέρας του αν εκραζόμουν,
εγώ είμουν αγαπητικός του.
Το ξέρετε, λουλούδια, εσείς; την πάναγνη ζωούλα σας
την άναψε ποτέ τέτοιο μαράζι;
Στο ίδιο απάνω ανθόκλαδο, το ‘να με τ’ άλλο αχόρταγος
ο πόθος δε σας ανταριάζει;
Με το κορμάκι ενός παιδιού, σταλμένο από τα τρίσβαθα
μιας Μοίρας μυστικής που δεν προσμένεις,
φανέρωμα ήτανε της μιας, της άφταστης, της ανέγγιχτης
του θείου ονείρου ερωμένης.
Είταν από τα σπλάχνα μου; Ποτέ δε συλλογίστηκα
να ζήσῃ, να τρανέψῃ, να προκόψῃ.
Ο μεθυσμένος είμουνα, και ω τι κρασί γλυκόπιοτο
το σάλεμα, το μάτι, η όψη!
Μιας Μακαρίας το φύσηξε πνοή∙ στο νου μου γύριζε
το ξένο το τραγούδι: - Εσύ, γραμμούλα,
μικρούλα, ροδόχάραχτη, που είσουνα το στόμα του,
πώς την τρανή γεννάς τρεμούλα; -
Πόσες φορές που αλάργευεν ανέγνοιαστα απ’ τη δίψα μου,
και βαρετά, σκληρά, τα ωραία χειλάκια,
γνώρισα της ανημποριάς τα κολασμένα βάσανα,
ήπια της ζήλιας τα φαρμάκια.
Πόσες φορές που ολόγυρτο ξανάσαινεν απάνω μου,
πίστεψα πως το κράτησα περίσσο
το πλάνο φωτοφάντασμα της Ομορφιάς το ακράταγο,
κι είπα∙ τι άλλο πια να ελπίσω;
....

λάγγεμα: το λίγωμα που προκαλεί ο έντονος πόθος