Ο αόριστος της παθητικής φωνής.
Ο αόριστος της παθητικής φωνής των
ρημάτων της α΄ και της β΄ συζυγίας (π.χ. δένομαι και νικιέμαι)
κλίνεται ως εξής:
α΄
συζυγία
|
β΄
συζυγία
|
||||
Ενικός
|
Πληθυντικός
|
Ενικός
|
Πληθυντικός
|
||
α΄ προσ.
β΄ προσ.
γ΄ προσ.
|
δέθηκα
δέθηκες
δέθηκε
|
δεθήκαμε
δεθήκατε
δέθηκαν
|
α΄ προσ.
β΄ προσ.
γ΄ προσ.
|
νικήθηκα
νικήθηκες
νικήθηκε
|
νικηθήκαμε
νικηθήκατε
νικήθηκαν
|
Σημειώσεις:
1. Όταν ο αόριστος της ενεργητικής
φωνής λήγει σε –σα, ο αόριστος της παθητικής λήγει σε –θηκα ή –στηκα.
π.χ. ντύνω – έντυσα – ντύθηκα,
αλέθω – άλεσα – αλέστηκα.
2. Όταν ο αόριστος της ενεργητικής
φωνής λήγει σε –ξα, ο αόριστος της παθητικής λήγει σε –χτηκα.
π.χ. διώχνω – έδιωξα – διώχτηκα
3. Όταν ο αόριστος της ενεργητικής
φωνής λήγει σε –ψα, ο αόριστος της παθητικής λήγει σε –φτηκα.
π.χ. κρύβω – έκρυψα – κρύφτηκα.
Να προσέξεις:
Ο αόριστος της παθητικής φωνής γράφεται
πάντα με ήτα (η) στην παραλήγουσα.
Π.χ.: κρύφτηκα, δροσίστηκα,
ντύθηκα.
Ο αόριστος της παθητικής φωνής των
ρημάτων της β΄ συζυγίας γράφεται, συνήθως, με ήτα (η) και στην
προπαραλήγουσα και στην παραλήγουσα.
π.χ.: αγαπώ – αγαπήθηκα,
τιμώ – τιμήθηκα, αδικώ – αδικήθηκα.